Σελίδες

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Ημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ για την «Παιδεία στον καιρό του Μνημονίου»


Το φλέγον επίκαιρο ζήτημα των αλλαγών στην παιδεία ανέλαβαν να αναλύσουν την Τετάρτη δυο εξέχουσες προσωπικότητες της εκπαίδευσης σε ενημερωτική εκδήλωση, που πραγματοποίησε η Ν.Ε. Ροδόπης του ΣΥΡΙΖΑ στην αίθουσα εκδηλώσεων της πρώην Νομαρχίας. Ομιλητές ήταν ο κ. Άλκης Ρήγος, καθηγητής του Πάντειου Πανεπιστήμιου και ο κ. Παύλος Χαραμής, υπεύθυνος παιδείας του Συνασπισμού και πρόεδρος του Κέντρου Μελετών και Τεκμηρίωσης της ΟΛΜΕ. Η ημερίδα είχε ως θέμα «Η Παιδεία στον καιρό του Μνημονίου» και αναλύθηκαν εκτενώς οι επικείμενες μεταρρυθμίσεις στο χώρο της παιδείας, υπό το πρίσμα της οικονομικής ακριβώς κατάστασης, που διανύει η χώρα. Σε μια περίοδο, που οι αλλαγές στα πανεπιστήμια έχουν προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων σε πανεπιστημιακούς και φοιτητές, ενώ και εκείνες στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με κορυφαία τις συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολείων, έχουν ανοίξει επίσης τον ασκό του Αίολου στην εκπαιδευτική κοινότητα, οι γνώσεις και οι επισημάνσεις ανθρώπων, που γνωρίζουν καλά το χώρο της εκπαίδευσης, έδωσαν απαντήσεις, έλυσαν απορίες και αποκρυστάλλωσαν την ουσία των αναγκαίων αλλαγών, που πράγματι χρειάζεται η ελληνική εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες. Κοινός τόπος στις εκτιμήσεις τους, ότι απαιτείται να πραγματοποιηθούν αλλαγές σε σχολεία και πανεπιστήμια, μετά, ωστόσο, από ουσιαστικό διάλογο, ανάμεσα στους φορείς της εκπαίδευσης και όχι κάτω από την πίεση της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης, που διανύουμε.

«Το μνημόνιο χρησιμοποιείται ως άλλοθι, αφού ρητά εξαιρεί την παιδεία»

Όπως υποστήριξε αρχικά ο κ. Ρήγος το μνημόνιο χρησιμοποιείται ως άλλοθι, για την πραγμάτωση των μεταρρυθμίσεων, που προωθεί το υπουργείο παιδείας αυτόν τον καιρό. «Το μνημόνιο ρητά εξαιρεί την παιδεία», τόνισε. «Αλλά με άλλοθι το μνημόνιο», συνέχισε, «στη γενική συρρίκνωση κάθε αγαθού, γίνεται αυτή τη στιγμή μια προσπάθεια να αποδιαρθρωθεί αυτό, που ξέραμε ως δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, από το νηπιαγωγείο, μέχρι το πανεπιστήμιο». Ως αιχμή αυτής της προσπάθειας αποδιάρθρωσης εντόπισε το πανεπιστήμιο, παρατηρώντας ότι διαβάλλεται ριζικά. Όπως εξήγησε, «δε θέλουν οι κυρίαρχες δυνάμεις έναν κριτικό πολίτη για το αύριο, έναν πολίτη ο οποίος θα μπορεί να σκέπτεται και να συγκρίνει τα πράγματα. Θέλουν παθητικούς ανθρώπους, ιδιώτες, εν ανάγκη να απέχουν, αρκεί να κατορθώνουν εκείνοι να διαχειρίζονται το όλο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό σύστημα, το οποίο γίνεται, δυστυχώς, κάθε μέρα και εντονότερα εκμεταλλευτικό, εντονότερα αλλοτριωτικό».

«Αν πονάει το δόντι, δεν κόβω το κεφάλι, προφανώς θεραπεύω το δόντι»

Καυστικός ήταν στην απάντηση του για το αν χρειάζονται αλλαγές στο χώρο της παιδείας. «Προφανώς χρειάζονται αλλαγές», τόνισε. «Αλλά ποιες αλλαγές», αναρωτήθηκε, «και προς ποια κατεύθυνση;». «Αυτό είναι ένα ερώτημα», συνέχισε, «που το έθεσε και το υπουργείο παιδείας, ξοδεύοντας 45 εκατ. ευρώ, για να κάνει επικοινωνιακή πολιτική. Έχουμε έναν νόμο-πλαίσιο, έχουν περάσει 20 χρόνια από την εφαρμογή του και προφανώς θέλει αλλαγές. Αλλά αν πονάει το δόντι, δεν κόβω το κεφάλι, προφανώς θεραπεύω το δόντι. Εδώ, όμως, αποδιαρθρώνουμε το πανεπιστήμιο, που έχει στραβά και ποτέ δεν το αρνηθήκαμε. Αλλά το ίδιο πρέπει να βρει τους τρόπους να τα θεραπεύσει και το ίδιο πρέπει να έχει τις δυνατότητες. Όταν έχουμε το χαμηλότερο ποσοστό για την παιδεία και την έρευνα και στις 29 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουμε ένα πρόβλημα στο πώς θεραπεύονται αυτά. Ειδικά το πανεπιστήμιο, δεν είναι ένας θεσμός, που αποτελείται από κτίρια. Δεν είναι κρατικός θεσμός, είναι δημόσιος θεσμός. Αποτελείται από τους καθηγητές του και τους φοιτητές του και οι ίδιοι πρέπει να βρουν τους τρόπους, μέσα από έναν διάλογο δικό τους, να απαντήσουν σε τέτοιου είδους ερωτήματα. Και από τη Σύνοδο των Πρυτάνεων έχουν κατατεθεί προτάσεις. Γιατί ομόφωνα η Σύνοδος αρνείται αυτές τις αλλαγές, που επιχειρεί η κυβέρνηση και έχει καταθέσει προτάσεις προς μια άλλη κατεύθυνση αναβάθμισης του δημόσιου πανεπιστήμιου.

«Ποιοτική και όχι ποσοτική αξιολόγηση»

Εστιάζοντας δε στο περιβόητο θέμα της αξιολόγησης, έσπευσε να υπογραμμίσει ότι «κι εδώ εξαρτάται πως εννοούμε τη λέξη». Όπως υποστήριξε χαρακτηριστικά, «όταν λες σε κάποιον για αξιολογήσει, σου απαντάει βεβαίως». «Τι είναι, όμως, αξιολόγηση», αναρωτήθηκε. «Αξιολογείται το υπουργείο Παιδείας», συνέχισε, «το οποίο δίνει 45 εκατ. για επικοινωνιακή πολιτική και κλείνει τα μουσικά σχολεία, τα αθλητικά γυμνάσια. Απέρριψε το δικαίωμα στη Σχολή Καλών Τεχνών να έχει μοντέλα. Γιατί τα μοντέλα, ισχυρίζεται, πρέπει να βγαίνουν από ΑΣΕΠ. Αυτά είναι παράλογα πράγματα. Έχουμε λοιπόν αξιολόγηση ποσοτική ή ποιοτική;» Eπ’ αφορμή των παραπάνω, αναφέρθηκε και στην περίφημη λίστα πανεπιστήμιων της Σαγκάης, που δείχνει ότι ελληνικά πανεπιστήμια βρίσκονται χαμηλά. Σύμφωνα με τον κ. Ρήγο, ο λόγος «δεν εντοπίζεται στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, αλλά στην ποσότητα των παρεχόμενων κοινωνικών πόρων». Όπως εξήγησε, «το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει το χαμηλότερο κοινωνικό μισθό σε φοιτητή, έχει τις χειρότερες βιβλιοθήκες, έχει έλλειψη υποδομής ή έχει χρήματα, που δεν απορροφά».

Αναφερόμενος, τέλος, στις δημοσκοπήσεις, που έρχονται στην επικαιρότητα και αναδεικνύουν υψηλά τα ποσοστά των πολιτών, που υποστηρίζουν τις προωθούμενες αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τόνισε ότι «δεν υπάρχει άνθρωπος που θα πει δε χρειάζονται αλλαγές». Επανέλαβε, ωστόσο, ότι το ζήτημα αφορά το «ποιες αλλαγές» και «προς τα πού», ενώ δεν παρέλειψε να σταθεί επικριτικός στον τρόπο, που πολλές φορές τίθενται τα ερωτηματολόγια. «Το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων», υποστήριξε, «συμμετέχει ανενημέρωτο σε αυτήν την έρευνα, ενώ απαντάει με γενικές αντιλήψεις και με έναν βομβαρδισμό τριών μηνών τουλάχιστον συνεχούς υποβάθμισης του πανεπιστήμιου».

Παύλος Χαραμής, υπεύθυνος παιδείας του Συνασπισμού και πρόεδρος του Κέντρου Μελετών και Τεκμηρίωσης της ΟΛΜΕ «Ανεξίτηλες οι συνέπειες των αλλαγών, όχι μόνο για την παιδεία μας, αλλά και για το μέλλον της κοινωνίας»


Από τη μεριά του ο κ. Χαραμής εστίασε αρχικά στις καθημερινές αρνητικές επιπτώσεις στον τρόπο, με τον οποίο λειτουργούν τα σχολεία, επιρρίπτοντας την ευθύνη στην υπογραφή του μνημονίου. «Οι επιπτώσεις των επιλογών της κυβέρνησης», εκτίμησε, «θα αφήσουν ανεξίτηλες συνέπειες, όχι μόνο για την παιδεία μας, αλλά και για το μέλλον της κοινωνίας». Επικέντρωσε στο σημαντικό ζήτημα των συγχωνεύσεων-καταργήσεων σχολείων, που ανέκυψε το τελευταίο διάστημα, και αμφισβήτησε ευθέως τα παιδαγωγικά κριτήρια, που επικαλείται η κυβέρνηση για την εφαρμογή της ρύθμισης. «Το υπουργείο παιδείας», τόνισε, «κατευθύνεται από μια φτηνή λογιστική αντίληψη, από μια αντίληψη, που κοιτάζει να εξοικονομήσει κάποια ευρουδάκια σε βάρος της ποιότητας της εκπαίδευσης». Στο πλαίσιο αυτής της εκτίμησης, εστίασε και σε άλλες αλλαγές, που υποβαθμίζουν την ποιότητα της εκπαίδευσης στα σχολεία, όπως τα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας, τα προγράμματα υποδοχής και φροντιστηριακών τμημάτων για τα παιδιά των μεταναστών, που έχουν υπονομευτεί ή καταργηθεί, αλλά και στις εκπαιδευτικές άδειες, που έδιναν σε εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα να βελτιώνουν τα προσόντα τους, όσο και στις υποτροφίες για σπουδές στο εσωτερικό. «Όλα αυτά ουσιαστικά οδηγούν σε έναν κοινό παρονομαστή», κατέληξε, «αυτόν, που δείχνουν όλες οι έρευνες, ότι από δω και στο εξής η εκπαίδευση μας θα συναντά όλο και μεγαλύτερα εμπόδια στο να επιτύχουμε μια ποιοτική βελτίωση. Κι αυτό, σε μια εποχή, που η παιδεία συνδέεται με την ανάπτυξη, είναι ασφαλώς καταστροφικό».

πηγή: "Παρατηρητής της Θράκης"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου